φθειροκτόνον

φθειροκτόνον
φθειρο-κτόνον, τό,
A = σταφὶς ἀγρία, Ps.-Dsc.4.152.

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • φθειροκτόνον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φθειροκτόνος — α, ο / φθειροκτόνος, ον, ΝΜΑ νεοελλ. αυτός που εξολοθρεύει τις ψείρες («φθειροκτόνο φάρμακο») μσν. αρχ. το ουδ. ως ουσ. τὸ φθειροκτόνον το φυτό φθείριον*, σταφισαγρία, κν. σήμερα ψειροβότανο. [ΕΤΥΜΟΛ. < φθείρ, φθειρός + κτόνος (< κτείνω… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”